Εάν αγαπάμε τον κόσμο, ακολουθώντας το παράδειγμα του Κυρίου, πρέπει να στραφούμε προς την Εκκλησία και όχι προς τον κόσμο. Η Εκκλησία είναι ο «κόσμος» –η τάξι και το κάλλος- του κόσμου. Μέσα σ’ αυτήν ο κόσμος όλος βρίσκει νόημα, αρμονία. Έω από αυτήν γίνεται χάος και σύντριμμα.
Έτσι, η μεγαλύτερη αγάπη και μοναδική ευλογία για τον κόσμο δεν είναι η με κοσμικό τρόπο συμπαράστασί του αλλά η επέκτασι της Εκλησίας που αγκαλιάζει, ζωοποιεί και χαροποιεί τα πάντα.
Εκκλησία είναι ο ίδιος ο Χριστός του Θεού, η Βασιλεία του Θεού που «εντός ημών εστί». Είναι ο ουρανός πάνω στη γη.
Σκοπός της είναι να μείνη στη γη, να μη φύγη από τον κόσμο, μέχρις ότου τον πάρη μαζί της, μέχρις ότου τον κάμη ουρανό: «Καινήν γην και καινόν ουρανόν κατά το επάγγελμα αυτού προσδροκώμεν». Και ο ουρανός και η γη είναι ένα πράγμα στην καινή αυτή κτίσι.
Έτσι καταλαβαίνομε ότι η αληθινή ένωσι θα γίνη στον εσχατολογικό χώρο. Και αυτό δεν είναι κάτι που μας τοποθετεί μακριά χρονικά από την ενότητα. Αν μας φαίνεται έτσι, αποδεικνύεται ότι βρισκόμαστε μακριά «Τριαδικά», ότι απέχομε από τη νέα κατανόησι, τη καινή κτίσι, που εγκαινίασε ο Χριστός.
Οι πιστοί μέσα στην Εκκλησία, τη Θεία Λειτουργία, προσφερόμενοι «κατά πάντα και δια πάντα» σ’ Αυτόν, απολαμβάνουν, δεν ζητούν απλώς, την των πάντων ένωσι.
Η ενότης της Εκκλησίας δεν είναι διοικητικό σύστημα ή διαδικασία που μπορεί να οραθή με «γυμνό» οφθαλμό και να διευθετηθή ανθρώπινα.
Είναι ένα θεανθρώπινο μυστήριο που γνωρίζεται εν Πνεύματι, που «όλον συγκροτεί τον θεσμόν της Εκκλησίας».
Είναι μία πραγματικότης εξωκόσμια που ζωογονεί την Εκκλησία, ενώ βρίσκεται στον κόσμο.
Είναι η εσχατολογική ελευθερία, την οποία απολαμβάνει ενώ υπάρχει μέσα στην ιστορία.
Είναι η σύνοδος του ουρανού και της γής.
Αν ήθελε ο Κύριος μίαν ενότητα απλώς διοικητική (χωρίς καμία προέκταση ζωής και μυστηρίου) θα μπορούσε να δώση σαν εικόνα της εκκλησίαστικής ενότητος τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία λέγοντας: Πάτερ, θέλω να είναι ενωμένοι οι πιστοί όπως είναι ενωμένη η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.
Εκείνος όμως δεν έκαμε κάτι τέτοιο, αλλά ζήτησε το Τριαδικό «καθώς» να ρυθμίζη τα πάντα μέσα στην ζωή της Εκκλησίας. Και παρομοίασε τη Βασιλεία Του με μιάν αυτοδύναμη, αυξητική και ζωντανή στο σύνολό της πραγματικότητα. Είπε, η Βασιλεία των Ουρανών μοιάζει με προζύμι. Με σπόρο. Με μαργαρίτη κρυμμένο στη γη, που αξίζει όποιος έμπορος τον βρη να τα πουλήση όλα για να τον αποκτήση.
Και η μαρτυρία της Τριαδικής ενωτικής χάριτος δίδεται απ’ όλο το σώμα της Εκκλησίας· τη διοικητική της διάρθωσι, τη λειτουργική της ζωή και τη θεολογική της δημιουργία.
Δεν είναι η Εκκλησία μία οργάνωσι «ευσεβών», που διαθέτει λειτουργικές ευκαιρίες για τις ψυχολογικές ανάγκες των πιστών, ή θεολογία για να λύνη μεταφυσικά προβλήματα και γρίφους. Είναι «η σκηνή του Θεού μετά των ανθρώπων». Είναι το μικρό ποίμνιο και συγχρόνως η πλατυτέρα των ουρανών, που δεν περιέχεται, αλλά περιέχει την ιστορία και όλη την δημιουργία.
Δεν μπορούμε να αφήσωμε κάτι έξω από το βάπτισμα του Χριστού. Δεν μπορούμε να κρατήσωμε κοσμική διοίκησι στην Εκκλησία και να κάνωμε πνευματικά κηρύγματα με τον λόγο ή τη γραφίδα. Γιατί αμέσως τότε και τα κηρύγματα αποδυναμώνονται, χάνουν την πνευματικότητα και υπόστασί τους.
Η ζωή μας είναι γνήσια και υγιής αν είναι θεαρχική και θεοκίνητη σ’ όλες της τις μορφές, αν δεν είμαστε εμείς οι ενεργούντες και οι λαλούντες πουθενά –ούτε στη διοίκησι, ούτε στον λόγο- αλλά «το Πνεύμα του Θεού το οικούν εν ημίν».
Εάν καθυβρίσης μία υπόστασι της Αγίας Τριάδος, όλη την Τριάδα καθύβρισες. Και αν μία εκδήλωσι της ζωής βγάλης έξω από την «όθνειαν ευπρεπεστάτης αλλοίωσιν», όλο το μυστήριο θίγεις, όλη τη ζωή σου εξαθρώνεις και βασανίζεις, μη δεχόμενος αξίως Αυτόν που ομολογεί κατηγορηματικά: «Ιδού καινά ποιώ πάντα».
Το Ορθόδοξο βάπτισμα σαν ολόσωμο τριττό βύθισμα –και όχι μερικός ραντισμός- φαίνεται και εδώ να είναι βαθύς συμβολισμός που εφαρμόζεται σ’ ολόκληρη τη ζωή της Εκκλησίας.
Και η πάντων ένωσι, για την οποία εύχεται η Εκκλησία, δεν νοείται ως συναρμολόγησι τεμαχίων «χριστιανικών κοινοτήτων» αλλά ως επέκτασι της Τριαδικής ενότητος που ιερουργείται στο λειτουργικό της σώμα.
Η «επανένωσι της Εκκλησίας» είναι εντελώς αδόκιμη έκφρασι που συσκοτίζει το θέμα. Δεν προέρχεται από Ορθόδοξη θεολογική συνείδησι αλλά από κοσμική θεώρησι.
Η πραγμάτωσι δικών μας σχεδίων και συνομοσπονδιών (σε αντικατάστασι της Τριαδικής μυστηριακής ενότητος) είναι συμφορά και καταδίκη για τον κατ’ εικόνα Θεού πλασθέντα άνθρωπο.
Το μυστήριο της ενότητος του Σώματος του Χριστού δεν ορίζεται με κατηγορίες φιλοσοφικές. Δεν περιορίζεται με θελήσεις κτιστές. Δεν δεσμεύεται από απειλές προσωπικού αλαθήτου, ούτε συγκινείται από διατεινόμενη ατομική «ευσέβεια». Τα πάντα δοκιμάζει, σαλεύει. Τα πάντα καινοποιεί χαρίζοντάς τα σ’ όλους φωτισμένα με άκτιστο φέγγος: διάφανα, ζωντανά, περιχωρούμενα.
Το μυστήριο της ενότητος, όπως το ζη και το νοεί η Εκκλησία, είναι η Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, «εξ ής, ως ενοποιού δυνάμεως, ενιζόμεθα, και των μεριστών ημών ετεροτήτων υπερκοσμίως συμπτυσσομένων, εις θεοειδή μονάδα συναγόμεθα και θεομίμητον ένωσιν».
αρχιμ.Βασίλειος Γοντικάκης
από το βιβλίο: Εισοδικόν
Ιερά Μονή Ιβήρων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου