Σήμερα αγαπητοί μου αδελφοί, που η Μητέρα μας Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Αγίου Αποστόλου Ανδρέου του Πρωτοκλήτου, ακούσαμε ως Αποστολικό Ανάγνωσμα, ένα απόσπασμα από την πρώτη επιστολή του Αποστόλου Παύλου προς τους χριστιανούς της Κορίνθου. Πρόκειται για ένα κείμενο όπου με ρεαλισμό περιγράφεται η ζωή των Αποστόλων και όλα όσα υπέστησαν για την αγάπη και την πίστη τους στον Ιησού Χριστό. Ας ακούσουμε όμως ξανά το περιεχόμενό του στην καθημερινή μας γλώσσα ώστε να το κατανοήσουμε καλύτερα και να ωφεληθούμε πνευματικά.
Γράφει λοιπόν ο Απόστολος Παύλος: «Αδελφοί μου, μου φαίνεται όμως πως ο Θεός σ’ εμάς τους αποστόλους έδωσε την ελεεινότερη θέση, σαν να είμαστε καταδικασμένοι να πεθάνουμε στην αρένα. Γιατί γίναμε θέαμα για τον κόσμο, για αγγέλους και γι’ ανθρώπους. Εμείς παρουσιαζόμαστε ανόητοι για χάρη του Χριστού, ενώ εσείς είστε σοφοί χάρη στο Χριστό· εμείς είμαστε αδύναμοι, ενώ εσείς είστε δυνατοί· εμείς είμαστε περιφρονημένοι, ενώ εσείς είστε τιμημένοι! Ως αυτήν την ώρα πεινάμε, διψάμε, γυρνάμε με κουρέλια, ξυλοδαρμένοι, από τόπο σε τόπο χωρίς σπίτι, και μοχθούμε να ζήσουμε δουλεύοντας με τα ίδια μας τα χέρια. Στους εμπαιγμούς απαντάμε με καλά λόγια, στους διωγμούς με υπομονή, στις συκοφαντίες με λόγια φιλικά. Καταντήσαμε σαν τα σκουπίδια όλου του κόσμου, ως αυτήν την ώρα θεωρούμαστε τα αποβράσματα της κοινωνίας. Δεν σας τα γράφω αυτά για να σας κάνω να ντραπείτε, αλλά για να σας συμβουλέψω όπως ο πατέρας τ’ αγαπημένα του παιδιά. Γιατί κι αν ακόμα έχετε χιλιάδες δασκάλους στη ζωή σας με το Χριστό, δεν έχετε πολλούς πατέρες, αλλά μόνον ένα. Στη σωτήρια οικονομία του Ιησού Χριστού, εγώ σαν πατέρας σας γέννησα με το κήρυγμα του ευαγγελίου. Σας ζητώ λοιπόν να μου μοιάσετε» (Α΄ Κορινθίους, κεφ. 4, στίχ. 9-16).
Ταλαιπωρήθηκαν οι χριστιανοί της Κορίνθου από την κακή επιρροή που είχαν επάνω τους οι συκοφαντίες και η αμφισβήτηση που φρόντισαν να σπείρουν στις καρδιές τους άνθρωποι μοχθηροί, γεμάτοι εμπάθεια, για το πρόσωπο του πνευματικού τους πατέρα, Αποστόλου Παύλου. Αμφισβήτηση που έπληξε καίρια το κύρος και τη γνησιότητά του ως Αποστόλου και οδήγησε τελικά κάποιους από αυτούς να τον κατακρίνουν και να τον απορρίψουν. Έτσι ο Παύλος αναγκάστηκε να τους παρουσιάσει με ωμό αλλά απόλυτα ειλικρινή και αληθινό τρόπο τη ζωή του, ίδια με τη ζωή όλων των άλλων Αποστόλων, ελπίζοντας πως η αλήθεια θα τους συνεφέρει.
Μιλώντας λοιπόν για τον εαυτό του ως Απόστολο του Χριστού, παραδέχθηκε πως βρίσκεται στην ελεεινότερη απ’ όλους θέση, σαν ένας καταδικασμένος σε θάνατο. Αυτοί, οι κατήγοροί του, υπερείχαν σε όλα σε σχέση μ’ εκείνον που ήταν θέαμα και σκουπίδι του κόσμου, απόβρασμα της κοινωνίας, ανόητος, αδύναμος και περιφρονημένος. Δεν του άξιζαν τροφή, νερό, ρούχα, σπίτι, ξεκούραση και γαλήνη. Η πείνα, η δίψα, τα κουρέλια, το άστεγον, η κούραση, ο μόχθος και οι ξυλοδαρμοί ήταν οι σύντροφοι της ζωής του. Η ελεεινή του κατάσταση δεν του επέτρεπε καν να αντιδρά σε όλα αυτά και τον περιόριζε ώστε στους εμπαιγμούς να απαντά με καλά λόγια, στους διωγμούς με υπομονή, στις συκοφαντίες με τη φιλία του.
Ήταν όμως όλα αυτά αποτέλεσμα της φαυλότητάς του; Του άξιζε όλη αυτή η ταλαιπωρία εξ’ αιτίας της κακίας ή της πονηρίας του; Όχι φυσικά. Όλα συνέβαιναν για ένα και μόνο λόγο: «για χάρη του Χριστού». Αυτού που είχε αγαπήσει με όλη τη δύναμη της ψυχής του γιατί ήξερε και ένιωθε πόσο κι Εκείνος τον είχε αγαπήσει και είχε πάθει για χάρη του. Η ενθύμηση της άπειρης αγάπης και ευεργεσίας του Ιησού και το σωτήριο Πάθος Του, προκαλούσαν την απέραντη ευγνωμοσύνη του προς το Θείο πρόσωπό Του. Γι’ αυτό και ό,τι κι αν ο ίδιος υφίστατο για «χάρη του Χριστού», δεν ήταν αρκετό για να τον κάνει να λιγοψυχήσει. Ήξερε πως πίσω απ’ όλα αυτά, πίσω από τον προσωπικό του Σταυρό, ακολουθούσε η Ανάσταση και η ατέλειωτη ζωή μαζί με τον αγαπημένο του Ιησού. Άξιζε πολλές περισσότερες ταλαιπωρίες ένα τέτοιο «έπαθλο»!
Έτσι δεν διστάζει στο τέλος του χωρίου να τους απευθύνει μια «παράλογη» πρόσκληση: «σας ζητώ λοιπόν να μου μοιάσετε». Όχι βέβαια στις θλίψεις και τις ταλαιπωρίες (αυτές εξάλλου δεν περνάνε από το χέρι μας) αλλά στο σταθερό φρόνιμα, στην ευγνωμονούσα καρδία, στην πίστη και την αγάπη, στο... «για χάρη του Χριστού».
Την ίδια πρόκληση απευθύνει και σε όλους εμάς: να αγαπήσουμε το Χριστό με όλη μας τη δύναμη, με όλη μας την καρδιά με όλο μας το νου και να είμαστε έτοιμοι να υπομένουμε για χάρη Του κάθε κόπο, κάθε ταλαιπωρία, κάθε θλίψη. Γιατί η αγάπη δεν μετριέται με τα λόγια, παρά με τη θυσία. Εμπρός λοιπόν, ας δοθούμε στην αγάπη και τη θυσία!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου